Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει μια μεγάλη μερίδα πληθυσμού. Κατά τον σακχαρώδη διαβήτη παρουσιάζεται μια διαταραχή στον μεταβολισμό των μακροθρεπτικών συστατικών. Πιο συγκεκριμένα στον οργανισμό των νοσούντων ασθενών από ΣΔ παρατηρείται επιπλοκή είτε στην ποσότητα της έκκρισης , είτε στην δράση της ινσουλίνης, είτε στην εμφάνιση και των δυο παραπάνω περιπτώσεων. Ο σακχαρώδης διαβήτης μπορεί να κατηγοριοποιηθεί σε δυο υποκατηγορίες. Οι κατηγορίες αυτές παρουσιάζουν κάποιες διαφορές μεταξύ τους που έχουν πολλή μεγάλη σημασία για τον τρόπο αντιμετώπισης τους.
Αρχικά ο διαβήτης τύπου 1 ή αλλιώς ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης. Τα κύρια χαρακτηρίστηκα αυτού του διαβήτη είναι πως ο ίδιος ο οργανισμός προκαλεί την καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος. Η καταστροφή αυτή έχει ως αποτέλεσμα είτε την ελάχιστη παραγωγή ινσουλίνης είτε τη μηδενική έκκριση της. Στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 είναι βέβαιο πως θα χορηγηθεί ινσουλίνη μετά τη διάγνωση της νόσου.
Στη συνέχεια ο διαβήτης τύπου 2. Ο διαβήτης τύπου 2 είναι η νόσος κατά την οποία ο οργανισμός παρουσιάζει συνήθως διαταραχές στην έκκριση της ινσουλίνης και σε πολλές περιπτώσεις ινσουλινοαντίσταση. Ο διαβήτης τύπου 2 σε αντίθεση με το διαβήτη τύπου 1 δεν είναι ινσουλινοεξαρτώμενος. Αντίθετα για την αντιμετώπιση του χορηγούνται αντιδιαβητικά φάρμακα που καταναλώνονται από του στόματος.
Κατά πόσο επηρεάζει η σωματική άσκηση τον σακχαρώδη διαβήτη;
Έχει παρατηρηθεί πως τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 κυρίως τείνουν να είναι παχύσαρκα. Η σωματική άσκηση λοιπόν στη συγκεκριμένη ομάδα πληθυσμού θα πρέπει να είναι συχνή συνήθεια. Ανάλογα με τον τύπο του διαβήτη που έχει διαγνωστεί ο ασθενείς και τα υποκείμενα νοσήματα που μπορεί να παρουσιάζει θα επιλέξει την ένταση της άσκησης την οποία θα ακολουθήσει. Η ένταση προκύπτει από το ποσοστό οξυγόνου το οποίο καταναλώνεται και παρουσιάζεται ως ελαφριά , μέτρια , έντονη και μέγιστη. Όλοι οι ασθενείς με διαβήτη πριν επιλέξουν οποιοδήποτε ρυθμό άσκησης θα πρέπει να κάνουν τουλάχιστον 15 λεπτά ζέσταμα και τελειώνοντας τη γυμναστική τους 15 λεπτά αποθεραπεία. Για να αντιληφθεί ένας ασθενής ποια ένταση είναι κατάλληλη για εκείνον θα παρακολουθεί μετά το πέρασμα της άσκησης τους παλμούς του και αν παρατηρηθεί δύσπνοια θα πρέπει να αλλάξει τον ρυθμό.
Για να αποκλείσουμε οποιαδήποτε υπογλυκαιμία κατά τη διάρκεια της άσκησης ο ασθενής θα πρέπει να μετρά τη γλυκόζη του αίματος πριν ξεκινήσει να γυμνάζεται. Στις περιπτώσεις όπου οι τιμές της γλυκόζης είναι μεγαλύτερες των 250 mg/dl καλό είναι να ελέγχουμε τα επίπεδα οξόνης τόσο στα ούρα όσο και στο αίμα. Η ύπαρξη οξόνης είναι μια διαταραχή η οποία μας ειδοποιεί πως εύλογο είναι να μην προχωρήσουμε στην εφαρμογή της άσκησης.
Συγκεκριμένα για του 2 τύπους διαβήτη:
ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΤΥΠΟΥ 1: στις περιπτώσεις όπου η γλυκόζη είναι μεγαλύτερη από 300 mg/dl καλό είναι να αναβάλουμε την άσκηση.
ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΤΥΠΟΥ 2: για τον διαβήτη τύπου 2 η τιμή γλυκόζης που οδηγεί στην αναίρεση της άσκησης είναι πάνω από 400 mg/dl. Επιπλέον στον διαβήτη τύπου 2 παρατηρείται πολλές φορές εμφάνιση υπογλυκαιμίας μετά το πέρασμα μιας ολόκληρης μέρας.
ΠΡΟΣΟΧΗ!! Και στους 2 διαφορετικούς τύπους διαβήτη αν μετρηθεί ο ασθενής με επίπεδα γλυκόζης μικρότερα από 100 mg/dl θα πρέπει να καταναλωθεί ένα γεύμα για να προχωρήσουμε την άσκηση. Η γλυκόζη αίματος θα πρέπει τεέιώνοντας την άσκηση να είναι στα ίδια επίπεδα με την αρχική γλυκόζη δηλ τη γλυκόζη που είχε στην μέτρηση πριν την έναρξη της άσκησης. Αυτό σημαίνει πωα αμέσως μετά την προπόνηση θα πρέπει να καταναλωθεί ένα γεύμα που θα ανεβάσει τη γλυκόζη.
Συμπεραίνουμε λοιπόν πως η άσκηση στο διαβήτη είναι βασικός παράγοντας για τη διατήρηση βάρους και για την καλύτερη υγεία γενικότερα του οργανισμού. Βασικός κανόνας είναι η μέτρηση της γλυκόζης πριν την άσκηση και στη συνέχεια η εφαρμογή της.
~Αντουάν ντε Σαιν-Εξπερύ